- μηλός
- I
Νησί (150,6 τ. χλμ., 4.771 κάτ.) του Αιγαίου πελάγους, το νοτιοδυτικότερο στο νησιωτικό σύμπλεγμα των Κυκλάδων. Πρωτεύουσα του νησιού είναι ο ομώνυμος οικισμός (υψόμ. 200 μ., 792 κάτ.). Διοικητικά το νησί αποτελεί δήμο του νομού Κυκλάδων. Νησί με ισχυρό διαμελισμό, έχει σχήμα πετάλου, στο εσωτερικό του οποίου σχηματίζεται ο βαθύς όρμος της Μήλου, όπου βρίσκεται και το επίνειο της πρωτεύουσας, ο Αδάμας. Το έδαφος είναι γενικά λοφώδες και ψηλότερη κορυφή είναι ο Προφήτης Ηλίας (751 μ.) στο δυτικό τμήμα του νησιού.Η M., γενικά ξερή και άγονη, διαθέτει υπέδαφος με αξιόλογο ορυκτό πλούτο. Είναι ηφαιστειογενές νησί, με όχι ιδιαίτερα παλιά ηφαιστειότητα, που εκδηλώνεται με ατμίδες και με θερμές ιαματικές πηγές. Στον Αδάμαντα και στην Αλυκή υπάρχουν χλωριονατριούχες πηγές· γνωστές είναι επίσης οι θειάφες του Χάρου. Οι ατμίδες (θειωνίες), που εμφανίζονται σε αρκετά σημεία του νησιού, δίνουν θείο. Τα ηφαιστειακά πετρώματα της Μ. είναι συνήθως κατάλληλα για δομικά υλικά όπως η ελαφρόπετρα (κίσηρις) και η ζαχαρόπετρα. Υπάρχουν επίσης ορυχεία οψιδιανού (μαύρου υελώδους, τον οποίο χρησιμοποιούσαν στην αρχαιότητα για την κατασκευή όπλων και εργαλείων), πηλού (χώμα της φωτιάς της Μήλου) και επίσης ορυχεία από τα οποία βγαίνουν μυλόπετρες. Υπάρχουν επίσης αξιόλογα ορυχεία καολίνη, μπεντονίτη, περλίτη, ορυκτού θείου. Σημαντικά είναι και τα κοιτάσματα αργυρούχου βαρυτίνης, αλουνίτη, κουρολουνίτη (μαγγάνιο), βαρίτη, γύψου κ.ά.Ιστορία. Στη δωρική διάλεκτο ονομαζόταν Μάλος και οι κάτοικοι Μάλιοι. Με την ίδια ονομασία στα ιστορικά χρόνια εννοούνται και το νησί και η πόλη. Μεταγενέστερες παραδόσεις αποδίδουν την ονομασία στον ήρωα Μήλον ή στο σχήμα της. Ο Πλίνιος τη θεωρεί rotundissima (στρογγυλότατη). Στα νομίσματα της πόλης απεικονίζεται μήλο, που αποτελεί «σήμα λαλούν» για την ονομασία της, όπως αντίστοιχα στα νομίσματα της Ρόδου υπάρχει ρόδο. Από τους αρχαίους συγγραφείς το νησί αναφέρεται και με άλλες ονομασίες· Βύβλις (πιθανώς από τη Βύβλο της Φοινίκης και ενδεχομένως υπονοεί σχέση με τους Φοίνικες), Γοργίς, Μέλαδα, Μιμαλλίς (από ομώνυμη Νύμφη κατά τον ποιητή Καλλίμαχο), Άκυτος. Για τη γεωγραφική της θέση ονομαζόταν και Ζεφυρία. Οι Τούρκοι την αποκαλούσαν Ντεϊρμίν Αντασί (νησί των μύλων).Τα ηφαιστειογενή εδάφη της M., που οφείλονται στην ύπαρξη ενεργού σε πανάρχαιους χρόνους ηφαιστείου –σε αυτό οφείλεται και η δημιουργία των μοναδικών και περίεργων βράχων κοντά στη βόρεια ακτή του νησιού, των Γλαρονησιών– είναι πλούσια σε ορυκτά, που αποτέλεσαν την κυριότερη πηγή πλούτου για το νησί από πολύ παλιά εποχή μέχρι και σήμερα. Εξαιρετικά σπουδαίο ρόλο στην ανάπτυξη της Μ. από τους νεολιθικούς ακόμα χρόνους έπαιξε το εμπόριο του οψιδιανού, στιλπνού και σκληρού μαύρου λίθου, που μόνο στη Μ. (στις θέσεις Νύχια και Δεμεναγάκι) από ολόκληρη τη Μεσόγειο, βρίσκεται σε αφθονία. Η ευρύτατη και ποικίλη χρήση του (βέλη, μαχαίρια, ξυράφια κ.ά.) διαπιστώνεται από την έρευνα σε όλους σχεδόν τους χώρους του προϊστορικού κόσμου. Άλλα ορυκτά χρησιμοποιήθηκαν στην ιατρική· ο Πλίνιος αναφέρει τη στυπτηρία ως δραστικό φάρμακο. Περίφημο ήταν στην αρχαιότητα είδος λευκού χρώματος, το μήλινον, χρήσιμο στη ζωγραφική, η κίσηρις (ελαφρόπετρα) για τη λείανση των δερμάτων, το θείον (θειάφι). Αναφέρονται ακόμα τα ερίφια της Μ. και τα περιζήτητα για τις ρωμαϊκές κοκορομαχίες κοκόρια της.Πρώτοι κάτοικοι της Μ. σύμφωνα με την παράδοση ήταν οι Φοίνικες. Από την τρίτη κιόλας χιλιετία το νησί διαδραμάτισε εξαιρετικά σπουδαίο ρόλο στον κυκλαδικό κόσμο. Με τη μινωική θαλασσοκρατία δέχθηκε ισχυρότατη επίδραση· ενδεχομένως μάλιστα να αποτέλεσε πραγματική κρητική εγκατάσταση. Αργότερα τη μινωική επίδραση διαδέχθηκε η μυκηναϊκή. Το σημαντικότερο κέντρο σε όλους αυτούς τους αιώνες βρίσκονταν στη βόρεια ακτή, στη Φυλακωπή. Μετά την κάθοδο των ελληνικών φύλων, Δωριείς από τη Λακωνία, με αρχηγούς τον Πόλιν και το Δελφόν, μεταβαίνοντας στην Κρήτη, όπου επρόκειτο να ιδρύσουν αποικία, σταμάτησαν για λίγο στη Μ. όπου και εγκαταστάθηκε ένα τμήμα τους, γύρω στα 1200 π.Χ.Το κέντρο μεταφέρθηκε στο εσωτερικό του μεγάλου και ασφαλισμένου κόλπου. Η νέα πόλη, όπως δείχνουν τα ευρήματα, γρήγορα παρουσίασε σημαντική ανάπτυξη. Παρά τη δωρική καταγωγή των κατοίκων, στην τέχνη παρατηρήθηκε έντονη ιωνική επίδραση, ιδιαίτερα στη μεγάλη σειρά των γνωστών ως μηλιακών αγγείων, τα περισσότερα από τα οποία βρέθηκαν στον ομαδικό τάφο της κάθαρσης της Δήλου (στη Ρήνεια) και αποτελούν μία από τις σπουδαιότερες συλλογές του Μουσείου Μυκόνου. Το υψηλό επίπεδο της τέχνης της Μ. μαρτυρούν τα λίγα αλλά εξαιρετικά έργα που διασώθηκαν: ο θαυμάσιος κούρος στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο (του 6ου αι. π.Χ.) και ο ανάγλυφος δίσκος με την κεφαλή της Αφροδίτης (πάλι στο Εθνικό Μουσείο, 5ος αι. π.Χ.).Πολύ λίγα είναι γνωστά από τις αρχαίες πηγές για τη Μ. πριν από τον 5o αι. π.Χ. Οι κάτοικοί της είναι από τους λίγους που αρνήθηκαν «γην και ύδωρ» στους Πέρσες. Στη ναυμαχία της Σαλαμίνας αγωνίστηκαν στο πλευρό των άλλων Ελλήνων. Η δημιουργία της Δηλιακής Συμμαχίας και η αύξηση της αθηναϊκής δύναμης είχαν σοβαρές επιπτώσεις στη Μ. Το καλοκαίρι του 426 π.Χ. ο αθηναίος στρατηγός Νικίας Νικηράτου εκστράτευσε για πρώτη φορά εναντίον της. Στους φορολογικούς καταλόγους του 425-424 π.Χ. η Μ. αναφέρεται με το ποσό των 15 ταλάντων, το οποίο μόνο οι πιο πλούσιες από τις Κυκλάδες πληρώνουν. Δέκα χρόνια αργότερα η συμπάθειά της προς τους Λακεδαιμονίους την έφερε αντιμέτωπη με την Αθήνα. Μετά από γενναία οκτάμηνη αντίσταση αναγκάστηκε να υποκύψει. Η συμπεριφορά των Αθηναίων προς τους ηττημένους υπήρξε εξαιρετικά σκληρή· όλοι οι ενήλικοι οδηγήθηκαν στη σφαγή, ενώ τα γυναικόπαιδα πουλήθηκαν στα σκλαβοπάζαρα. Στο νησί εγκαταστάθηκαν 500 Αθηναίοι κληρούχοι. Μετά την ήττα της Αθήνας, το 403 π.Χ., ο Λακεδαιμόνιος Λύσανδρος επανέφερε στο νησί όσους είχαν επιζήσει από την τρομερή καταστροφή. Στους μετέπειτα αιώνες η Μ. ακολούθησε την ίδια τύχη με τις υπόλοιπες Κυκλάδες. Επί Αντιπάτρου και έως το 311 π.Χ. ανήκε στη Μακεδονία και κατόπιν στην Αίγυπτο. Η ελευθερία και η ασφάλεια των θαλασσών με τον ισχυρό στόλο των Πτολεμαίων έδωσαν την ευκαιρία για νέα ακμή του νησιού. Το εμπόριο των ορυκτών βοήθησε στην οικονομική ανάπτυξη του τόπου και στην άνθηση των τεχνών. Το περίφημο άγαλμα της Αφροδίτης του Λούβρου (Παρίσι), που βρέθηκε στα 1820 στη M., και ο επιβλητικός Ποσειδώνας (ύψος 2,50 μ.), στο Εθνικό Μουσείο, αποτελούν αντιπροσωπευτικά δείγματα της νέας ακμής.Πολύ γρήγορα, όπως φαίνεται από τις κατακόμβες (3ος - 4ος αι. μ.Χ.) που βρέθηκαν στην περιοχή της αρχαίας πόλης και αποτελούν μοναδικά μνημεία στον ελληνικό χώρο, και τα παλαιοχριστιανικά βαπτιστήρια της πόλης και του κήπου (στη δυτική πλευρά της M., στον Χάλακα), διαδόθηκε στη Μ. ο χριστιανισμός, ίσως εξαιτίας των πολλών Ιουδαίων που η ανάπτυξη του εμπορίου είχε συγκεντρώσει στο νησί. Στα πρώιμα βυζαντινά χρόνια η Μ. ανήκει αρχικά στην «επαρχίαν των νήσων» και κατόπιν, μετά το 565 μ.Χ., στο θέμα του Αιγαίου, που είχε πρωτεύουσα τη Σάμο. Οι καταστροφές και οι ερημώσεις που ακολούθησαν στους χρόνους μετά τον Ιουστινιανό, με τις επιδρομές των σλαβικών φύλων, των πειρατών και των Αράβων είχαν οπωσδήποτε επιδράσεις και στη Μ. Ο Άραβας περιηγητής Εδριζίν πάντως (1153) αναφέρει ότι βρήκε το νησί κατοικημένο. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους σταυροφόρους της Δ’ σταυροφορίας (1204) και τον διαμελισμό της βυζαντινής αυτοκρατορίας από τους διάφορους Φράγκους ηγεμόνες, η Μ. υποτάχτηκε στον δούκα Μάρκο Σανούδο, ανιψιό του Δόγη της Βενετίας, που είχε ιδρύσει το δουκάτο του Αιγαίου με πρωτεύουσα τη Νάξο.Οι επιδρομές των πειρατών, όπως του Τούρκου Καραδόντη, του Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα (1537), ταλαιπώρησαν το νησί, καθώς και οι πόλεμοι μεταξύ Τούρκων και Ενετών. Μετά την κατάκτηση των Κυκλάδων από τους Τούρκους, η Μ. απήλαυσε για λίγο την ησυχία και την ασφάλεια που εξασφάλισε ο ισχυρός τουρκικός στόλος στο Αιγαίο. Τον 17o αι. το κέντρο της ζωής της μεταφέρθηκε στο βάθος του κόλπου στη Ζεφυρία. Με την εξασθένηση της οθωμανικής αυτοκρατορίας η πειρατεία επανεμφανίστηκε. Η M., με το ασφαλισμένο λιμάνι της, έγινε ορμητήριό τους. Οι κάτοικοί της πήραν πολλές φορές ενεργό μέρος στις πειρατείες και πήραν μερίδιο από τα λάφυρα. Στο τέλος του 17ου αι. ο Έλληνας πειρατής Ιωάννης Κάψης ανακηρύχτηκε Βασιλεύς της Μ. Μετά από τριετή βασιλεία συνελήφθη με δόλο από τους Τούρκους και μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου θανατώθηκε με σκληρό τρόπο. Τη διοίκηση του νησιού επί τουρκοκρατίας είχαν τρεις προεστοί, οι λεγόμενοι επίτροποι, που εκλέγονταν από τους κατοίκους για έναν χρόνο, και ένας Βοεβόδας, ο οποίος συνήθως ήταν Έλληνας. Κύριο έργο τους ήταν η είσπραξη των φόρων. Μετά την επανάσταση του 1821 και την απελευθέρωση, η M., μαζί με τις υπόλοιπες Κυκλάδες αποτέλεσαν ιδιαίτερο νομό του νέου ελληνικού κράτους με πρωτεύουσα τη Σύρο.Αρχαιολογία. Τα αρχαιολογικά ευρήματα και οι ανασκαφές δείχνουν ότι ήδη κατά την τρίτη χιλιετία υπήρχαν σε ολόκληρο το νησί διάσπαρτοι μικροί οικισμοί. Βρέθηκαν πρωτοκυκλαδικοί τάφοι τραπεζιόσχημοι με τον νεκρό συνεσταλμένο και τα κτερίσματά του –πήλινα και μαρμάρινα αγγεία, μαρμάρινα ειδώλια και οψιανούς. Ένα ιδιαίτερα σημαντικό σκεύος από στεατίτη, που βρέθηκε σε τάφο, παριστάνει μια μεγάλη κατοικία (ίσως και εγκατάσταση) από επτά στρογγυλούς χώρους γύρω σε μια κεντρική αυλή με σκεπαστή είσοδο (Μουσείο Μονάχου). Η κυριότερη εγκατάσταση στη Μ. βρίσκεται στη Φυλακωπή, στη βόρεια ακτή του νησιού. Η θάλασσα έχει παρασύρει σήμερα πολύ μεγάλο μέρος της πόλης, της οποίας το πλάτος υπολογίζεται σε 220 μ. Οι ανασκαφές της Αγγλικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών από το 1896 έως το 1899 έδειξαν συνέχεια ζωής από την τρίτη έως το τέλος της δεύτερης χιλιετίας π.Χ. με τρεις κύριες φάσεις. Κατά την πρώτη τον οικισμό αποτελούσαν μικρές οικίες, κατασκευασμένες από πρόχειρα υλικά, χωρίς ορθογωνισμένα δωμάτια και χωρίς τείχη. Κατά τη δεύτερη φάση τα σπίτια ήταν πλέον λίθινα με ορθές γωνίες. Πολλές φορές είχαν και δεύτερο όροφο. Οι τοίχοι στολίζονταν με νωπογραφίες με άνθη, πουλιά και παραστάσεις ανθρώπων.Οι σχέσεις με την Κρήτη ήταν κατά την περίοδο αυτή εξαιρετικά στενές, ίσως μάλιστα η Φυλακωπή να αποτελούσε αληθινή κρητική εγκατάσταση. Έργα όπως η τοιχογραφία με τα χελιδονόψαρα (στο Εθνικό Μουσείο) και ο λυχνοστάτης με την παράσταση ψαράδων που κρατούν ψάρια, δείχνουν έντονη κρητική επίδραση, αν δεν έχουν φιλοτεχνηθεί από τεχνίτη της Κρήτης. Άφθονα είναι επίσης και τα κρητικά καμαραϊκά αγγεία. Η πόλη κατά την περίοδο αυτή προστατεύονταν με ισχυρά τείχη. Στην τρίτη φάση η πόλη ήταν μεγαλύτερη και προστατεύονταν από ισχυρή οχύρωση. Οι δρόμοι συνέκλιναν σε ορθές γωνίες. Ο οικισμός ζούσε υπό την έντονη επίδραση του μυκηναϊκού πολιτισμού. Το μυκηναϊκό μέγαρο βρέθηκε ΒΑ της πόλης. Οι τάφοι είναι σκαλισμένοι στον βράχο, αποτελούνται από έναν ή δύο θαλάμους και από δρόμο. Τέτοιοι τάφοι βρέθηκαν στη Φυλακωπή, στη Ζεφυρία και στο ακρωτήρι Σπαθί στα ΝΑ του νησιού. Με το τέλος της εποχής του χαλκού η πόλη της Φυλακωπής εγκαταλείφθηκε. Η νέα, δωρική πια, εγκατάσταση, μετά το 1200 π.Χ., βρίσκεται μέσα στον μεγάλο κόλπο, ΒΔ του σημερινού λιμανιού του Αδάμαντα, πάνω από τον μικρό οικισμό που είναι γνωστός με την ονομασία Κλήμα. Μέσα στον περίβολο της πόλης περικλείστηκαν δύο λόφοι· του Προφήτη Ηλία και του Πυργιάντε. Δεν έχουν πραγματοποιηθεί ακόμα συστηματικές ανασκαφές στην πόλη. Διασώζονται όμως μεγάλα τμήματα από τα τείχη, κατασκευασμένα με μαύρους ηφαιστειογενείς λίθους. Τετράγωνοι πύργοι ενισχύουν κατά διαστήματα την οχύρωση. Η κύρια πύλη βρίσκεται στη νότια πλευρά και προστατεύεται από δύο δυνατούς πύργους. Εκατό μέτρα μετά την πύλη βρισκόταν η αγορά. Σώζεται ακόμα το κατώτερο μέρος από το μαρμάρινο θέατρο, λείψανα από ωδείο και από ένα μεγάλο δημόσιο οικοδόμημα, πιθανότατα Γυμνάσιο. Από μεγάλο βωμό με επιγραφή και προτομή που στήθηκε προς τιμήν του ιερέα Μ. Μαρίου Τροφίμου είναι γνωστή η θέση ιερού του Διονύσου Τριετηρικού. Τη λατρεία της Αθηνάς, του Δία, του Ηρακλή, του Ερμή, του Ποσειδώνα, του Ασκληπιού και της Αφροδίτης μαρτυρούν επιγραφές ή αγάλματα.
Ο Δίσκος της Μήλου, ανάγλυφο του 5ου αι. π.Χ. (Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Αθήνα).
Ερείπια του ρωμαϊκού θεάτρου της Μήλου. Στο βάθος διακρίνεται ο λόφος του Προφήτη Ηλία, όπου βρισκόταν η ακρόπολη της αρχαίας πόλης.
Λυχνοστάτης με παράσταση ψαράδων από τη Φυλακωπή της Μήλου, που χρονολογείται περίπου τον 17ο αι. π.Χ. (Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Αθήνα).
Τμήμα τοιχογραφίας του 17ου αι. π.Χ., που προέρχεται από τη Φυλακωπή της Μήλου (Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, Αθήνα).
Η εκκλησία της Αγίας Σοφίας στη Μήλο.
Οι χριστιανικές κατακόμβες της Μήλου.
Πανοραμική θέα στο Αιγαίο από την ομώνυμη πρωτεύουσα της Μήλου.
IIΗ Φυλακωπή της Μήλου αποτέλεσε ένα από τα μεγαλύτερα κέντρα του κυκλαδικού, μινωικού και μυκηναϊκού κόσμου στο Αιγαίο.
Μυθολογικό πρόσωπο. Καταγόταν από τη Δήλο και είχε μεταβεί στην Κύπρο, όπου έγινε φίλος του γιου του βασιλιά του νησιού Κινύρα. Νυμφεύτηκε έπειτα μία συγγενή του φίλου του, την Πελία, και απέκτησε έναν γιο, τον οποίο ονόμασε επίσης Μ. Η αγάπη του και η φιλία του για τον φίλο του, που ονομαζόταν Άδωνις ήταν τόσο μεγάλη, ώστε όταν εκείνος πέθανε, από τη λύπη του ο Μ. κρεμάστηκε. Το δέντρο από το οποίο κρεμάστηκε ονομάστηκε μήλος (= μηλιά). Η Πελία, που αγαπούσε κι εκείνη πολύ τον άνδρα της, τον ακολούθησε στον Άδη. Η Αφροδίτη συγκινήθηκε πολύ από αυτή την αγάπη και μεταμόρφωσε τον πατέρα Μ. σε καρπό του δέντρου απ’ όπου είχε κρεμαστεί και την Πελία σε περιστέρι. Τον γιο τους, M., τον έστειλε σ’ ένα νησί που έλαβε την ονομασία του.* * *μηλός (Α)(κατά το Μέγα Ετυμολογικόν) «ἥσυχος, ἥμερος, χαῡνος».
Dictionary of Greek. 2013.